ατέλειες

ατέλειες
defici'encies

Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αισθητική — I (Φιλοσ.). Φιλοσοφικός κλάδος που ασχολείται με την τέχνη, επιδιώκοντας να προσδιορίσει την ουσία, τον χαρακτήρα και τις σχέσεις της με τις άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Ο ορισμός της φιλοσοφίας της τέχνης ως α. είναι δημιούργημα των νεότερων …   Dictionary of Greek

  • βουλευτής — Πρόσωπο που εκλέγεται ως αντιπρόσωπος του λαού και μετέχει στο κοινοβούλιο. Την ονομασία αυτή συναντούμε ήδη στους ομηρικούς χρόνους, οπότε τα μέλη της βουλής, της σύναξης δηλαδή των προεστών που συναποφάσιζαν μαζί με τον βασιλιά για διάφορα… …   Dictionary of Greek

  • αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… …   Dictionary of Greek

  • αιμορραγία — Η έξοδος του αίματος από τα αγγεία που το περιέχουν. Μπορεί να οφείλεται σε τραυματικές βλάβες ή σε παθήσεις που προκαλούν αλλοίωση στα τοιχώματα των αγγείων. Μερικές φορές η τοπική αιτία παραμένει άγνωστη, γιατί το αγγείο που έχει θιγεί… …   Dictionary of Greek

  • ανικανότητα — Παθολογική κατάσταση του άντρα που εκδηλώνεται με αδυναμία στύσης του πέους και μπορεί να οφείλεται σε ανατομικές ανωμαλίες ή λειτουργικές διαταραχές. Από τις ανατομικές ανωμαλίες οι κυριότερες είναι oυποσπαδίας, ο επισπαδίας, οι παθήσεις των… …   Dictionary of Greek

  • δωρεά — Η χωρίς αντάλλαγμα παροχή περιουσιακού στοιχείου. Η παροχή αυτή πρέπει να είναι θετική· έτσι, η παράλειψη κτήσης ενός πράγματος, η παραίτηση από μελλοντικό δικαίωμα καθώς και η αποποίηση κληρονομιάς ή κληροδοσίας δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως… …   Dictionary of Greek

  • εκτροπή — Οπτικό φαινόμενο σχετικό με τη διαδρομή και την παρατήρηση των φωτεινών ακτίνων, οι οποίες παρουσιάζουν φαινομενικές ανωμαλίες ως προς τις προβλεπόμενες τροχιές. γωνία ε. Η γωνία που σχηματίζεται από τη διεύθυνση της προσπίπτουσας ακτίνας σε μία… …   Dictionary of Greek

  • ενδιάμεσος — Αυτός που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο άλλους, ο διάμεσος· ο κενός χώρος που παρεμβάλλεται, το διάμεσο. ε. άτομο (Φυσ.). Ένα άτομο που είναι τοποθετημένο σε μια ε. θέση του πλέγματος (δηλαδή ανάμεσα σε πλεγματικά σημεία) ενός κρυστάλλου. Το άτομο… …   Dictionary of Greek

  • εξάβιβλος — Το σημαντικότερο νομικό έργο του βυζαντινού νομοφύλακα και κριτή (αξίωμα αντίστοιχο με το σημερινό του προέδρου Εφετών) της Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνου Αρμενόπουλου. Συντάχθηκε το 1344 45, όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Ιωάννης Ε’… …   Dictionary of Greek

  • εφταμηνίτης — και επταμηνίτης, ο, εφταμηνίτισσα και επταμηνίτισσα, η, εφταμηνίτικο, το [εφτάμηνο] 1. εφταμηνίτικος 2. μτφ. αυτός που παρουσιάζει σωματικές ατέλειες, ατροφικός, μικροκαμωμένος …   Dictionary of Greek

  • ηλεκτροφόρηση — Μετακίνηση φορτισμένων κολλοειδών σωματιδίων υπό την επίδραση ηλεκτρικού πεδίου· τα θετικά φορτισμένα σωματίδια κατευθύνονται προς το αρνητικό ηλεκτρόδιο και τα αρνητικά φορτισμένα προς το θετικό. Η ταχύτητα μεταφοράς εξαρτάται από τον αριθμό των …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”